Κάπως έτσι δεν γινόταν κάποτε; Φαντασθείτε μια μικρή επαρχιακή κωμόπολη μιας Ελλάδας εντελώς διαφορετικής από τη σημερινή, πνιγμένης στη λασπουριά και την πλήξη της απομόνωσης. Οπου εκεί μια μέρα εμφανίζεται ένας θίασος, ένα περιφερόμενο μπουλούκι ρεπερτορίου για να παρουσιάσει την τραγωδία του Σαίξπηρ «Ο Θέλος» – αυτό το έχω κλέψει από θεατρική επιφυλλίδα του Μελά, ο οποίος το αναφέρει ως γεγονός. Σπαρματσέτα και πολύχρωμα κουρέλια, ξύλινα σπαθιά και αγριοφωνάρες για να υπογραμμισθεί η τραγικότητα των περιστάσεων. Χειροκροτήματα και γιούχα από το κοινό το οποίο, διχασμένο καθότι βαθιά ελληνικό, διαφωνεί ως προς την ποιότητα της παράστασης. Κάποιος ισχυρίζεται πως αυτό δεν είναι Σαίξπηρ, ο άλλος λέει πως είδε κάποτε Σαίξπηρ στο Λονδίνο και ήταν τελείως διαφορετικό –εκτός των άλλων μιλούσαν και αγγλικά–, ο τρίτος γελάει σαρδόνια και λέει πως αν δεν έχουν δει αρχαία τραγωδία, δεν ξέρουν τι θα πει τραγωδία και πάει λέγοντας. Το αποτέλεσμα είναι ότι, ενώ είχαν πάει να ψυχαγωγηθούν και να διασκεδάσουν κάπως την πλήξη τους από τη βαριά μονοτονία της επαρχίας τους, την επομένη έχουν όλοι μεταξύ τους μαλλιοτραβηχτεί και έχουν φτάσει να μη μιλιούνται. Τηρουμένων όλων των αναλογιών, αυτό που συμβαίνει με την ανασκαφή της Αμφίπολης δεν διαφέρει και πολύ από τις επικές ιστορίες της μικρής επαρχιακής Ελλάδας.
Κατ’ αρχάς η ευθύνη στην κυβέρνηση, η οποία μια ωραία πρωία παρουσιάζει την ανασκαφή ως άφιξη υπέρλαμπρου θιάσου, που θα μας διασκεδάσει όλους με τα σκηνοθετικά του ευρήματα. Αφήνοντας, εννοείται, για το τέλος το εύρημα των ευρημάτων, την ταυτότητα του νεκρού, ο οποίος, αφήνει να εννοηθεί, δεν είναι κάνας τυχαίος οποιοσδήποτε αλλά μπορεί να είναι και ο ίδιος ο… Το σασπένς ανεβαίνει, στα δελτία εμφανίζονται διάφοροι σχετικοί και άσχετοι οι οποίοι έχουν άποψη για όλα τα ανασκαφικά ζητήματα της οικουμένης, οι αρχαιολόγοι αναλαμβάνουν τον ρόλο των σεισμολόγων, προειδοποιούν για μετασεισμικές δονήσεις και, εν κατακλείδι, το ζήτημα πολιτικοποιείται. Οι μεν φιλοκυβερνητικές δυνάμεις, οι γνωστοί μνημονιακοί και βάλε, υποστηρίζουν ότι ο τάφος είναι ασύλητος, άρα υπάρχει πολύ ζουμί σε όλη αυτή την ιστορία, κάποιοι προθυμοποιούνται να χαρακτηρίσουν το εύρημα «νέο Παρθενώνα» –προφανώς μη γνωρίζοντας ούτε τον παλαιό–, οι δε δυνάμεις της ενωμένης αντιπολίτευσης με επικεφαλής τους έκτακτους αρχαιολόγους ανακοινώνουν ότι ο τάφος είναι συλημένος, άνθρακες ο θησαυρός, το Μνημόνιο πρέπει να καταγγελθεί μονομερώς και να γίνουν εκλογές χθες. Το κυριότερο θύμα του όλου γλεντιού είναι η σοβαρότητα, απόδειξη ότι η κυβέρνηση φτάνει να ορίσει και υπεύθυνο δημοσίων σχέσεων του ταφικού μνημείου – θίασος στην κυριολεξία.
Προχθές, κάποια κυρία Παλαγγιά, αρχαιολόγος, η οποία δεν έχει πατήσει το πόδι της στην ανασκαφή, όμως προφανώς έχει ακούσει πολλά και ξέρει ακόμη περισσότερα, δηλώνει με όση επιστημονική σοβαρότητα έχει στη διάθεσή της πως το μνημείο δεν είναι ελληνιστικό αλλά ρωμαϊκό. Κατηγορεί μάλιστα την κ. Περιστέρη πως εκμεταλλεύεται πολιτικά την όλη υπόθεση, ενώ η κ. Παλαγγιά μιλάει αμιγώς επιστημονικά, αφού δεν έχει καν επισκεφθεί την ανασκαφή, αλλά όπως προείπα έχει ακούσει πολλά και ξέρει ακόμη περισσότερα. Θα μου πείτε, αν κάποιοι δεν είχαν μετατρέψει την ανασκαφή σε ύψιστο εθνικό θέμα, κοινώς δεν είχαν τζογάρει στην έλλειψη σοβαρότητας, δεν θα είχε καμία απολύτως σημασία αν ήταν ρωμαϊκός ή ελληνιστικός ο τάφος. Αρκεί να μην αποδειχθεί πως είναι ο τάφος του Καραγκιόζη. Ποιο ταλέντο, ποιες ειδικές ικανότητες ή ανάγκες επιτρέπουν σε αυτήν τη δημόσια ζωή, κοινώς την κοινωνία, να μετατρέψει ακόμη και ένα τόσο σοβαρό ζήτημα, όπως είναι μια αρχαιολογική ανασκαφή, σε ένα είδος τσίρκου όπου ο καθένας βγαίνει να παρουσιάσει το νούμερό του;
Πηγή: Καθημερινή
του Τάκη Θεοδωρόπουλου
Δημοσίευση: 26/09/2014/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου